ουρόλιθος

ουρόλιθος
ο мед. камень в мочевом пузыре или в почках

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ουρόλιθος" в других словарях:

  • ουρόλιθος — ο σύγκριμμα αλάτων τών ούρων που σχηματίζεται στις απαγωγούς ουροφόρους οδούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ., urolith (< ούρο + λίθος)] …   Dictionary of Greek

  • ουρόλιθος — ο (ιατρ.), πέτρα στα ουροποιητικά όργανα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λίθος — ο (AM λίθος, ὁ Α και λίθος, ἡ) 1. τεμάχιο πετρώματος ή βράχου, πέτρα, λιθάρι (α. «τρηχὺς λίθος», Ομ. Ιλ. β. «στερεὴ λίθος», Ομ. Οδ. γ. «σοὶ δ αἰεὶ κραδίη στερεωτέρη ἐστὶ λίθοιο», Ομ. Οδ.) 2. ιατρ. σύγκριμα που σχηματίζεται στα διάφορα όργανα και …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»